Ρουμανία, Μάρτης του ’22. Στη χώρα με τον μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων trafficking στην Ευρώπη, μαζί με όσες γυναίκες από την Ουκρανία έχουν τα μέσα και τις γνωριμίες για να φτάσουν στον προορισμό τους, φτάνουν και αυτές, που με μια βαλίτσα, τον τελευταίο τους μισθό -εκεί κοντά στα 150 ευρώ- και τα παιδιά τους προσπαθούν να σωθούν από τη φρίκη του πολέμου. «Δουλειά και σπίτι στο Βερολίνο! Έλα από εδώ!». Δεν θα το ακούσεις φωναχτά στα σύνορα και στους σταθμούς των τρένων, αλλά συνωμοτικά, από επιτήδειους που μέσα στο ποτάμι της αλληλεγγύης των Ρουμάνων, προσπαθούν να προσεγγίσουν τα επόμενα τους θύματα.
Χιλιάδες γυναίκες και παιδιά περιμένουν σε ουρές χιλιομέτρων για να περάσουν τα σύνορα με τα πόδια στο Siret, με αυτοκίνητα, μέσα σε ένα πλοίο στην Isaccea, με τη θερμοκρασία κάτω από το μηδέν. Θέλουν να φτάσουν με κάθε τρόπο σε γνωστούς και φίλους στην Ευρώπη, αλλά συχνά δεν ξέρουν πού ή πώς. Ή απλώς τελικά δεν μπορούν να πληρώσουν για το ταξίδι, είτε επειδή δεν έχουν χρήματα, είτε επειδή δε μπορούν να «βγάλουν» ουκρανικά hryvnia από την τράπεζα. Γι' αυτό και συχνά, μετά από μια-δυο μέρες στη Ρουμανία, ζητάνε με αξιοπρέπεια δουλειά. Ταλαιπωρημένες και χωρίς μέσα, ακόμη κι όταν περνούν τα σύνορα, δε σημαίνει ότι έχουν ξεφύγει από κινδύνους.
Δίπλα τους, παιδιά που ταξιδεύουν μόνα ή με απλούς γνωστούς, χωρίς τίποτα μαζί τους ή με λίγα χρήματα στην τσέπη, αλλάζοντας τρένα και λεωφορεία προς άγνωστες χώρες, χωρίς να μιλάνε τη γλώσσα. Τα πιο τυχερά θα φτάσουν στον προορισμό τους. Υπάρχουν, όμως, και αυτά τα κορίτσια που τα βλέπουμε πλέον σε φωτογραφίες αγνοουμένων στη Μολδαβία. Και τα δεκαεφτάχρονα αγόρια, όπως ο Α., που συναντήσαμε σε ένα χωριό βόρεια της Κωνστάντζας, χωρίς τον πατέρα του, που δε μπορεί να φύγει από τη χώρα, χωρίς τη μητέρα του, που πρέπει να προσέχει την άρρωστη αδερφή του. Και ο Α. ένα παιδί, έντρομο να φυγαδεύεται με λίγα ευρώ στην τσέπη για να γλιτώσει από τον πόλεμο που τον καλεί να πάρει μέρος σε 6 βδομάδες που γίνεται 18. Και μια λέξη μόνο: Ιταλία. Χωρίς πώς και γιατί.
Και από την άλλη πλευρά, με την ομάδα της ActionAid, που έχουμε βρεθεί εδώ για να βοηθήσουμε, βλέπαμε συνέχεια στο πλευρό τους, χιλιάδες Ρουμάνες και Ρουμάνους, κυρίως νέες και νέους, που έχουν κινητοποιηθεί μαζικά για να στηρίξουν εθελοντικά και να προστατεύσουν όσες περνούν τα σύνορα, ανοίγοντας τα σπίτια τους, προσφέροντας φαγητό, πληροφορίες, αυτοκίνητα, ακόμη και διερμηνεία, σε μια κατάσταση που θυμίζει όσα ζήσαμε στην Ελλάδα λίγα χρονιά πριν. Με τη μόνη διαφορά ότι η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας, οι γνωστοί μας από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού Ρουμάνοι πυροσβέστες, καταφέρνουν να οργανώσουν τα απαραίτητα, στα περισσότερα -δυστυχώς όχι σε όλα- σημεία εισόδου.
Μια από αυτές τις πυροσβέστριες, η Ντορίνα, στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας, έχει να μοιραστεί πολλές ιστορίες από τους σχεδόν 10.000 πρόσφυγες που πέρασαν τα σύνορα της Μολδαβίας προς το Botosani, όπου εργάζεται. Στέκεται όμως σε μια από αυτές. «Ένα μικρό παιδί, 6 χρονών, κρατούσε σφιχτά στα χέρια του μια πέτρα. Τον ρώτησα τι είναι αυτή η πέτρα. Την πήρα από το σπίτι μου, για να το έχω μαζί μου, απάντησε.»
Ο μικρός Β. πήρε μαζί του μια πέτρα από το σπίτι του στην Ουκρανία. Εμείς τι θα παίρναμε, αν έπρεπε σε μια βαλίτσα να χωρέσουμε τη ζωή μας;
Το ’22 είναι συνδεδεμένο στις καρδιές μας με την προσφυγιά. 100 χρόνια μετά, πάλι πρόσφυγες μετράμε.
«Αχ, γκρέμισε ο κόσμος μας! Αχ ο τρόμος! Όποια γλώσσα κι αν μιλάς λόγια δε θα βρεις να τόνε περιγράψεις».
Διδώ Σωτηρίου, Ματωμένα Χώματα