*Το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στις 13/09/2024 στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».
Το 2024 αναμένεται να είναι η πιο θανατηφόρα χρονιά για τα μέλη των ανθρωπιστικών οργανώσεων που επιχειρούν σε μέτωπα ανά τον κόσμο, ξεπερνώντας τα μαύρα ρεκόρ του 2023. Στελέχη τεσσάρων οργανώσεων μιλούν στην «Κ».
Μόλις χθες, τρία μέλη του Ερυθρού Σταυρού έχασαν τη ζωή τους στο μέτωπο της Ανατολικής Ουκρανίας, όπως ανακοίνωσε η Διεθνής Επιτροπή του οργανισμού. Το 2022, έχασαν συνολικά τη ζωή τους 118 μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων σε όλο τον κόσμο. Το 2023, σύμφωνα με έκθεση του Aid Worker Security Report, 595 εργαζόμενοι ανθρωπιστικών οργανώσεων ήταν θύματα σοβαρών επιθέσεων και, εξ αυτών, 280 σκοτώθηκαν (οι 163 τους πρώτους τρεις μήνες του πολέμου στη Μέση Ανατολή, από αεροπορικές επιδρομές), 224 τραυματίστηκαν (χωρίς να υπολογίζονται επακριβώς οι τραυματισμοί στη Γάζα «λόγω δυσκολίας στην απόκτηση εκθέσεων») και 91 απήχθησαν.
Οι περισσότεροι θάνατοι εντοπίζονται στο μέτωπο Ισραήλ – Χαμάς και στο Σουδάν. Ωστόσο, θάνατοι και τραυματισμοί εξακολουθούν να σημειώνονται σε Ουκρανία, Συρία, Αιθιοπία, Σομαλία, Αϊτή, Κονγκό και Μιανμάρ.
Τα θύματα του 2023
- 595 εργαζόμενοι ανθρωπιστικών οργανώσεων ήταν θύματα σοβαρών επιθέσεων
- Εξ αυτών, 280 σκοτώθηκαν (οι 163 τους πρώτους τρεις μήνες του πολέμου στη Μέση Ανατολή, από αεροπορικές επιδρομές)
- 224 τραυματίστηκαν
- 91 απήχθησαν
Το 2024, πάντως, αναμένεται να ξεπεράσει 2023, που κατείχε το τραγικό ρεκόρ στην καταγεγραμμένη ιστορία των ανθρωπιστικών οργανώσεων, που κάνουν παν δυνατόν για να φτάσει η βοήθεια σε όσους την έχουν ανάγκη, με ρίσκο την ίδια τους τη ζωή.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα (έως τέλη Αυγούστου), 187 εργαζόμενοι στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας σε όλο τον κόσμο έχουν χάσει τη ζωή τους. Οι περισσότεροι θάνατοι εντοπίζονται στο μέτωπο Ισραήλ – Χαμάς και στο Σουδάν. Ωστόσο, θάνατοι και τραυματισμοί εξακολουθούν να σημειώνονται στην Ουκρανία, τη Συρία, την Αιθιοπία, τη Σομαλία, την Αϊτή, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και τη Μιανμάρ, ενώ στην Υεμένη εντοπίζεται μεγάλος αριθμός κρατούμενων μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων, σύμφωνα με στοιχεία που παρείχαν στην «Κ» ανθρωπιστικές οργανώσεις.
«Είναι σημαντικό να πούμε πως τα νούμερα αναφέρονται σε καταγεγραμμένους θανάτους και η συντριπτική πλειονότητα του προσωπικού αφορά ντόπιο προσωπικό», σύμφωνα με όσα λέει στην «Κ» η Χριστίνα Ψαρρά, γενική διευθύντρια του Ελληνικού Τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.
Γιατί αυξάνονται οι θάνατοι;
Τα θύματα του 2024 (έως τέλη Αυγούστου)
- 187 έχασαν τη ζωή τους
- 101 τραυματίστηκαν
- 68 απήχθησαν
Τι φταίει, όμως, και αυξάνονται οι θάνατοι και τραυματισμοί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια; «Η κανονικοποίηση της βίας σε ανθρωπιστικό προσωπικό, οι επιθέσεις σε δομές υγείας, οι εντολές εκκένωσης νοσοκομείων είναι οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στους αυξημένους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι το 2024. Η απουσία λογοδοσίας και φυσικά ένα σκηνικό συγκρούσεων που έχει πάψει προ πολλού να στηρίζεται στο δίπολο δύο αντιμαχόμενων πλευρών και περιλαμβάνει πλήθος κρατικών και μη κρατικών ένοπλων ομάδων με διαφορετικά κίνητρα και τρόπους λειτουργίας», μας λέει η Χριστίνα Ψαρρά.
Στα παραπάνω, ο Τάσος Υφαντής, επιχειρησιακός διευθυντής των Γιατρών του Κόσμου Ελλάδας, συμπληρώνει, μιλώντας στην «Κ», την απουσία διαλόγου, την υποχώρηση των θεμελιωδών δημοκρατικών αξιών, την ατονία και ενίοτε την αποτυχία της διπλωματίας, που οδηγούν στην ακραία βία. Παράλληλα, τονίζει τη «συρρίκνωση του ανθρωπιστικού χώρου και τη μη συνεργασία αυταρχικών καθεστώτων με την Κοινωνία των Πολιτών και τους φορείς αρωγής του ΟΗΕ, την τρομοκρατική εξάπλωση και την έντονη παρουσία εξτρεμιστικών οργανώσεων».
«Παρά την κλιμάκωση της βίας σε αρκετές περιοχές του πλανήτη μας, η παγκόσμια κοινότητα δείχνει να αδιαφορεί», είναι τα λόγια του Τάκη Καραγιάννη, Δευθυντή Επικοινωνίας της ActionAid στην Ελλάδα.
Η ανθρωπιστική βοήθεια στα δύσκολα μέτωπα
Ο Τάκης Καραγιάννης επισημαίνει στην «Κ» ότι το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η κρίση στη Γάζα, όπου η οργάνωση δραστηριοποιείται από το 2007. «Το ελληνικό γραφείο έχει έντονη δραστηριότητα, αφού συγκεντρώνει πόρους και χρηματοδοτεί τόσο ανθρωπιστική βοήθεια όσο και προγράμματα ενδυνάμωσης των κατοίκων ώστε να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους και να απαιτούν λογοδοσία. Νωρίτερα, στην Ουκρανία, είχαμε άτομα από το ελληνικό γραφείο που έφυγαν από την Αθήνα και βρέθηκαν στο πεδίο».
Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, από πλευράς του, όπως μας ενημερώνει η Θάλεια Φωναζάκη, επικεφαλής Διεθνών Σχέσεων και Συνεργασιών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, εντοπίζει τους υψηλότερους κινδύνους στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής και στον πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς, ενώ «αναμένουμε αυξημένη επικινδυνότητα, για αμάχους και μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων, στον Λίβανο και στο Σουδάν».
Μάλιστα, για το Σουδάν ειδικώς, η Χριστίνα Ψαρρά αναφέρει ότι «έπειτα από πάνω από έναν χρόνο βίαιων επεισοδίων τόσο εντός όσο και εκτός του υποστηριζόμενου από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα τουρκικού νοσοκομείου στο Χαρτούμ –συμπεριλαμβανομένων απειλών κατά της ζωής του προσωπικού τους– η οργάνωσή μας πήρε την απόφαση να εκκενώσει το νοσοκομείο. Δεν ήταν μία εύκολη απόφαση».
Η αρχή της ουδετερότητας
Το ζήτημα της ουδετερότητας της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας είναι κάτι που τονίζουν οι συνομιλητές μας ομοφώνως. Εστιάζουν, όπως μας λέει ο Τάκης Καραγιάννης, στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ενδυνάμωση ανθρώπων και κοινοτήτων που βρίσκονται σε ανάγκη, ανεξάρτητα από πολιτικούς, εθνοτικούς, θρησκευτικούς ή σεξουαλικούς προσδιορισμούς.
Από την άλλη, σύμφωνα με τη Χριστίνα Ψαρρά, είναι σαφές ότι η δράση σε εμπόλεμες ζώνες και συγκρούσεις ενέχει πολλούς κινδύνους, ωστόσο, σύμφωνα με την ιατρική δεοντολογία, η άρνηση της σωτήριας βοήθειας είναι αδιαπραγμάτευτη. «Παρά το γεγονός ότι δεν υποστηρίζουμε κανένα από τα εμπόλεμα μέρη, δεν είμαστε πάντα παρόντες σε όλες τις πλευρές μιας σύγκρουσης. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στο γεγονός ότι η πρόσβαση δεν μας επιτρέπεται από ένα ή περισσότερα από τα μέρη, είτε λόγω ανασφάλειας ή επειδή οι κύριες ανάγκες των ανθρώπων έχουν ήδη καλυφθεί», συμπληρώνει η ίδια.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τάσος Υφαντής προσθέτει ότι τα εμπλεκόμενα μέρη σε ένοπλες συρράξεις οφείλουν να λειτουργούν προστατεύοντας τον άμαχο πληθυσμό, τις δομές Υγείας και Πρόνοιας και το ανθρωπιστικό προσωπικό.
Αυτό που και οι τέσσερις οργανώσεις μάς τονίζουν είναι ότι θεσμικά κάνουν το καλύτερο δυνατό για να ασκήσουν πιέσεις στα εμπλεκόμενα μέρη αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Ταυτόχρονα, σε πρακτικό επίπεδο, φροντίζουν οι εργαζόμενοι και εθελοντές «να είναι αναγνωρίσιμοι στο πεδίο της μάχης και, παράλληλα, κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να βρίσκονται σε ανοιχτό διάλογο και σε κάθε περίσταση με τις εμπόλεμες πλευρές, με γνώμονα πάντοτε την αρχή της ουδετερότητας, όπως τονίζει η Θάλεια Φωναζάκη.
Παράλληλα, δεν παραλείπει το μέτωπο της Δυτικής Οχθης, όπου «οι ιατρικές μας ομάδες αναγκάστηκαν να αναστείλουν τις δράσεις τους τόσο στην πόλη Τουλκάρμ όσο και στην πόλη Τζενίν λόγω της έναρξης των πρόσφατων εισβολών. Το προσωπικό μας είναι προς το παρόν περιορισμένο στις μετακινήσεις του και στην ικανότητα να παρέχει άμεση υποστήριξη στους ανθρώπους. Στη Χεβρώνα, οι ισραηλινές δυνάμεις έχουν αποκλείσει την πρόσβαση μέσα και έξω από την πόλη, εμποδίζοντας τις ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα να λειτουργούν κινητές κλινικές και να υποστηρίζουν τη μονάδα μητρότητας που βρίσκεται έξω από την πόλη. Εντός της πόλης, η κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα λειτουργεί, αλλά οι άνθρωποι αναφέρουν ότι οι αποκλεισμοί και το αίσθημα ανασφάλειας εμποδίζουν τους ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε αυτήν».
Μάλιστα, ο Κρίστοφερ Στόουκς, συντονιστής επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Ουκρανία, μεταδίδει ότι «όλο και περισσότερο οι ομάδες μας γίνονται μάρτυρες επιθέσεων σε μη στρατιωτικές και ιατρικές υποδομές από τις ρωσικές δυνάμεις σε όλη την Ουκρανία, σε πόλεις και χωριά της πρώτης γραμμής και βαθύτερα στη χώρα. Είναι απαράδεκτο οι ασθενείς να μην μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς και να λαμβάνουν θεραπεία εντός των τειχών ενός νοσοκομείου».
Τα πρωτόκολλα ασφαλείας
Τα πιο δύσκολα μέτωπα
- Μέση Ανατολή
- Σουδάν
- Ουκρανία
- Συρία
- Σομαλία
Το ερώτημα που προκύπτει σε μια τέτοια περίπτωση, με τους ολοένα και αυξανόμενους κινδύνους για τη ζωή των μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων, είναι αν αναθεωρούνται τα πρωτόκολλα ασφαλείας, ώστε οι εργαζόμενοι στον τομέα να παραμένουν σώοι και αβλαβείς, προκειμένου οι τραυματισμένοι να δέχονται βοήθεια. «Βάζουμε σε προτεραιότητα την ασφάλεια του προσωπικού μας και των συνεργατών μας και αναθεωρούμε τα πρωτόκολλα ασφαλείας, όποτε αυτό κρίνεται απαραίτητο. Σε συχνή βάση ενημερώνονται οι άνθρωποί μας για τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης, ενώ εξειδικευμένα πρωτόκολλα που περιλαμβάνουν ενημέρωση και εκπαίδευση ισχύουν για όσες και όσους βρίσκονται στο πεδίο», σημειώνει στην «Κ» ο Τάκης Καραγιάννης, διευθυντής Επικοινωνίας της ActionAid στην Ελλάδα.
«Γινόμαστε όλο και περισσότεροι προσεκτικοί, διότι πραγματικά δεν μπορούμε να προβλέψουμε πότε θα δεχθεί επίθεση μία αποστολή· δεν γνωρίζουμε πότε επακριβώς τι θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε στο πεδίο. Φανταστείτε, για παράδειγμα, ότι κάποια πλευρά μπορεί να θεωρήσει ότι το ασθενοφόρο μας μεταφέρει στρατιώτες και οπλισμό και να χτυπήσει. Υπάρχουν οι Συνθήκες της Γενεύης για την προστασία των ανθρωπιστικών οργανώσεων, αλλά στην πράξη αυτό καθίσταται περίπλοκο. Αυτό που φροντίζουμε είναι πρώτα η ασφάλεια των εργαζομένων και των εθελοντών, ώστε έτσι να κατορθώσουμε να μεταφέρουμε τη βοήθεια σε όποιον τη χρειάζεται, τηρώντας απαρέγκλιτα την αρχή της ουδετερότητας – δεν αναζητούμε το δίκαιο και το άδικο, αλλά τον πόνο που προκαλείται στο πεδίο», μας λέει η Θάλεια Φωναζάκη.
Τα ηθικά διλήμματα
Τίθενται, όμως, ηθικά διλήμματα όταν οι συνθήκες γλιστρούν στην ακραία βία; Υπάρχει ανάσχεση της ανθρωπιστικής βοήθειας ή οι διασώστες δεν ορρωδούν προ ουδενός; «Δεν τίθεται ζήτημα ηθικού σταθμίσματος. Στα προγράμματα και στις δράσεις μας υλοποιούνται μόνο ρεαλιστικές και στοιχειοθετημένες παρεμβάσεις με γνώμονα την ασφάλεια και την προστασία των πληττόμενων, του προσωπικού και των εθελοντών. Η ηθική υποχρέωση παροχής βοήθειας παραμένει σε ισχύ και κατά την προσωρινή αναστολή υλοποίησης των δράσεων για λόγους ασφάλειας. Εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες, οι δράσεις ανακινούν κανονικά», σύμφωνα με όσα μας λέει ο Τάσος Υφαντής.
Ο ίδιος τονίζει και ακόμα μία, αξιοσημείωτη παράμετρο. «Αυτό που εντοπίζουμε στην περίπτωση του πολέμου στη Γάζα αλλά και στην Ανατολική Ουκρανία είναι το γεγονός ότι η πρόσβαση και οι δυνατότητες παροχής βοήθειας ανά φάσεις της σύγκρουσης είναι πολύ περιορισμένες, μέχρι και ανέφικτες. Με αυτό τον τρόπο οδηγούμαστε σε μακροχρόνιες ανθρωπιστικές κρίσεις, που ουσιαστικά διαλύουν τις κοινωνίες και συχνά δυσχεραίνουν τα σχέδια ειρήνευσης και αποκατάστασης».
Η ψυχολογική στήριξη των εργαζομένων στο πεδίο
«Οι άνθρωποι αυτοί καλούνται να αντιμετωπίσουν σοβαρές συναισθηματικές προκλήσεις, εκτός των άλλων κινδύνων που αντιμετωπίζουν καθημερινά. Το ψυχολογικό βάρος που καλούνται να σηκώσουν είναι αδιανόητο για εμάς που παρακολουθούμε τις κρίσεις από μακριά. Η ψυχολογική υποστήριξη και προγράμματα αποκατάστασης για εργαζόμενους και εργαζόμενες που έχουν εκτεθεί σε τραυματικά γεγονότα είναι ορισμένα μόνο από τα μέτρα που μπορούν να θεραπεύσουν το πρόβλημα», επισημαίνει ο Τάκης Καραγιάννης.
Κάθε μέλος αντιδρά διαφορετικά και χρήζει διαφορετικής υποστήριξης και, συχνά, σε διαφορετικό ή ύστερο χρόνο.
Η Θάλεια Φωναζάκη τονίζει την απαραίτητη παροχή ψυχικής βοήθειας μετά την επιστροφή των μελών μιας αποστολής στη βάση τους, υπογραμμίζοντας, παράλληλα, ότι κάθε μέλος αντιδρά διαφορετικά και χρήζει διαφορετικής υποστήριξης και, συχνά, σε διαφορετικό ή ύστερο χρόνο. «Για παράδειγμα, μετά την επιστροφή από το σημείο της τραγωδίας των Τεμπών, οι συνάδελφοί μας αντέδρασαν με διαφορετικό τρόπο. Αλλοι ξεσπούσαν σε κλάματα, άλλοι κατέφευγαν στη σιωπή, ορισμένοι ήταν θυμωμένοι».
Η Χριστίνα Ψαρρά μάς λέει ότι η οργάνωσή της υποστηρίζει το προσωπικό της οργάνωσης, αναλόγως του περιστατικού και της σφοδρότητας, μέσω του Staff health unit. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τάσος Υφαντής προσθέτει ότι «σε περιπτώσεις που το προσωπικό βιώσει κάποιον απειλητικό κίνδυνο, καταρτισμένο προσωπικό αλλά και εξωτερικές υπηρεσίες υποστήριξης είναι στη διάθεσή του για την άμεση βοήθεια», ενώ βασικοί πυλώνες είναι «η πρόληψη και η προαγωγή της ψυχικής υγείας των εργαζομένων, μέσω εκπαίδευσης και συντονισμένης εποπτείας».